Η σχιζοφρένεια ανήκει στις διαταραχές που προκαλούν τη μεγαλύτερη αναπηρία σε παγκόσμιο επίπεδο με σημαντική επίπτωση στην επαγγελματική, κοινωνική και προσωπική λειτουργικότητα των ασθενών. Η θνησιμότητα υπολογίζεται 2–2,5 φορές μεγαλύτερη απ’ ό,τι στον γενικό πληθυσμό και συχνά εκτός από τον αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας, αποδίδεται σε σωματικά νοσήματα όπως καρδιαγγειακά, μεταβολικά ή φλεγμονώδη. Οι ανάγκες επίσης των ασθενών σε υπηρεσίες υγείας είναι αυξημένες και ποικίλλουν ανάλογα με τη φάση της ασθένειας και τον τρόπο που η διαταραχή επηρεάζει τον ασθενή και τη ζωή του. Σημαντικό μέρος του κόστους της διαταραχής αποδίδεται στις αυξημένες απαιτήσεις που προκύπτουν για τα συστήματα υγείας τόσο για την αντιμετώπιση της ίδιας της διαταραχής όσο και των επιπτώσεών της. Σε αυτό το άρθρο παρουσιάζεται το τμήμα των προσαρμοσμένων κλινικών οδηγιών για τη σχιζοφρένεια που εκπόνησε η ομάδα εργασίας του Υπουργείου Υγείας το 2015, με τις συνοπτικές προτάσεις για τον ρόλο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) στη διαχείριση της σχιζοφρένειας και τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας στην κοινότητα καθώς έχει προηγηθεί το άρθρο που αφορά στο γενικό μέρος των κλινικών οδηγιών με την περιγραφή των στόχων και των περιορισμών των. Για τη διαμόρφωση των κλινικών οδηγιών, χρησιμοποιήθηκε ως κύριος οδηγός, ο οδηγός για τις βασικές παρεμβάσεις στη θεραπευτική αντιμετώπιση και διαχείριση της σχιζοφρένειας στους ενηλίκους, του National Institute of Clinical Excellence (NICE, 2010, 2014), όπως επίσης οι κλινικές οδηγίες της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (APA) (American Psychiatric Association, 2004), οι κλινικές οδηγίες του Royal Australian and New Zealand College of Psychiatrists (2005), καθώς και άλλες εμπεριστατωμένες πηγές όπως επίσης Ελληνικές βιβλιογραφικές πηγές καθώς και εξωτερικές αξιολογήσεις των Ελληνικών προγραμμάτων ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Η ομάδα εργασίας κατέβαλε ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε να προσαρμοσθεί η διεθνής εμπειρία στο σημερινό Ελληνικό τοπίο, με τους περιορισμούς που προκύπτουν από την άνιση διασπορά των διαθέσιμων υπηρεσιών ψυχικής υγείας, την έλλειψη συντονισμού ανάμεσα στις υπηρεσίες, την ανολοκλήρωτη τομεοποίηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, το υπό διαμόρφωση Σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας αλλά και τη δύσκολη οικονομική συγκυρία στην οποία βρίσκεται σήμερα η χώρα. Οι προτάσεις φιλοδοξούν να ενισχύσουν και να συμβάλουν στην αποδοτικότερη εφαρμογή της παροχής κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας για τους ασθενείς που πάσχουν από ψυχωσικές διαταραχές εστιάζοντας κυρίως: (α) στον ρόλο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και τον ρόλο του οικογενειακού ιατρού στη θεραπεία της σχιζοφρένειας, (β) σε προτάσεις που στοχεύουν στη συνεργασία και στον συντονισμό ανάμεσα στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας και τις πρωτοβάθμιες υπηρεσίες, προκειμένου να διασφαλισθεί η συνέχεια στη φροντίδα και η αποτελεσματικότερη διαχείριση των υφιστάμενων πόρων, καθώς και (γ) σε προτάσεις που συνιστούν τον σχεδιασμό υπηρεσιών τεκμηριωμένης αποτελεσματικότητας, προκειμένου μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού να δέχεται τεκμηριωμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις στο λιγότερο περιοριστικό για τον ασθενή περιβάλλον. Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί σε υπηρεσίες που αναμένεται να περιορίσουν τις αυξημένες ανάγκες για νοσηλεία, όπως οι υπηρεσίες παρέμβασης στην κρίση, οι κοινοτικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στη διατήρηση και τη συνέχεια της θεραπείας των δύσκολων ασθενών που τείνουν να χάνονται από τις υπηρεσίες και στις υπηρεσίες έγκαιρων παρεμβάσεων στην ψύχωση.
Λέξεις ευρετηρίου: Κατευθυντήριες οδηγίες, κλινικές οδηγίες, σχιζοφρένεια, πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, υπηρεσίες ψυχικής υγείας, κοινοτική ψυχιατρική.
Μ. Μαργαρίτη, Μ. Χατζούλης, Μ. Λαζαρίδου, Γ.Φ. Αγγελίδης, Β. Φωτόπουλος, Λ. Μαρκάκη, Φ. Κουλούρη (σελίδα 118)