Tα τελευταία 60 χρόνια έχουν σημειωθεί σημαντικές πρόοδοι τόσο στη διάγνωση όσο και στη θεραπεία των ψυχικών νοσημάτων.
Η σύγχρονη ψυχιατρική, είναι εφάμιλλη της καρδιολογίας με κριτήρια το προσδόκιμο ζωής και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η εφαρμογή του νοσολογικού μοντέλου, έχει να επιδείξει σημαντικές προόδους σε κρίσιμα κλινικά και ερευνητικά ζητήματα όπως: (α) Ταξινόμηση/κατηγοροποίηση ψυχικών παθήσεων, (β) ταυτοποίηση αιτιοπαθογενετικών μηχανισμών, (γ) εφαρμογή και αξιολόγηση θεραπευτικών μεθόδων (φαρμακευτικών και ψυχολογικών). Παρόλ’ αυτά στο νοσολογικό μοντέλο αναγνωρίζονται θεμελιακοί περιορισμοί όπως το γεγονός ότι: (α) «θυματοποιεί» ενώ τείνει να αγνοεί ότι το άτομο αποφασίζει, επιλέγει, διαθέτει υπευθυνότητα, (β) εστιάζει στις αποκλίσεις και αδυναμίες κατ’ εξοχήν ενώ τείνει να αγνοεί τις δυνατότητες/χαρίσματα του ατόμου, τέλος (γ) σπεύδει στο αίτημα για βοήθεια όπως υπαγορεύει η νόσος/διαταραχή, δίχως να επενδύει αναλόγως στην προαγωγή των ευνοϊκών μεταβλητών ζωής. Πλέον καθίσταται βάσιμα υποσχόμενη η αναζήτηση των νομοτελειών της εφαρμογής της προοπτικής της προαγωγής της ψυχικής υγείας, ασφαλώς συμπληρωματικά προς το ισχύον νοσολογικό μοντέλο και όχι αντιθετικά.
Η συγκεκριμένη προοπτική αποσκοπεί τόσο στη βελτίωση της αναπηρίας όσο και στο ευ-έχειν (Ευεξία), ενώ ενδιαφέρεται συγχρόνως για την ανάδειξη των βέλτιστων ατομικών χαρακτηριστικών του ατόμου και την αποκατάσταση των νοσηρών μεταβλητών ζωής, θεραπεύουσα την παθολογία και οδηγώντας στην ευδαιμονία.
Η σύγχρονη βιβλιογραφία αναδεικνύει την ύπαρξη των ακολούθων μοντέλων προαγωγής ψυχικής υγείας: (α) το κλινικό μοντέλο, που στηρίζεται στο κριτήριο της μέσης συμπεριφοράς (Above Normal), (β) το μοντέλο ωριμότητας (Maturity), (γ) το μοντέλο θετικής ψυχολογίας (Positive Psychology), (δ) το μοντέλο κοινωνικό/συναισθηματικής νοημοσύνης (Emotional Intelligence) (ε) το μοντέλο υποκειμενικής ευεξίας (Subjective Well-Being), (στ) το μοντέλο προσαρμογής (Resilience).
Τα συγκεκριμένα μοντέλα θέτουν ερωτήματα σχετικά με την αποσαφήνιση εγγενών διαγνωστικών και θεραπευτικών ζητημάτων ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν την ανάγκη για επισήμανση/κάλυψη κενών & αδυναμιών. Όμως, εμφανίζουν μη δομική συνοχή και αδυναμία ενιαίας υπόθεσης σχετικά με την προαγωγή της ψυχικής υγείας, συγκροτώντας ένα σύστημα κανόνων με περιορισμένη πρακτική εφαρμογή.
Είναι κοινή, διαχρονική και διαπολιτισμική εμπειρία ότι η ψυχιατρική πρακτική και έρευνα διέπεται από προκαταλήψεις. Τόσο το νοσολογικό μοντέλο όσο και τα μοντέλα προαγωγής της ψυχικής υγείας αντιμετωπίζονται με προκαταλήψεις, διαμορφώνοντας έναν φαύλο κύκλο.
Αυτονόητα ανακύπτει το ερώτημα ποια είναι η φύση του φαινομένου των προκαταλήψεων και ποιες συνθήκες το συντηρούν;
Παρόλο που η έννοια των προκαταλήψεων περιλαμβάνει μία ευρεία σειρά από πεποιθήσεις και συμπεριφορές, υφίσταται ένας κοινός παρονομαστής που αντικατοπτρίζει την ουσία του θέματος που έγκειται στην εσφαλμένη εννοιοποίηση του διπόλου αίτιο-αποτέλεσμα. Υπενθυμίζεται ότι η ανάγκη του οργανισμού να κατανοεί το περιβάλλον του με συνέπεια και να το χειρίζεται αποτελεσματικά υποχρεώνει τον οργανισμό να βαθμονομεί τις σχέσεις αίτιο-αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια καθόσον το άτομο αναζητά την καλύτερη δυνατή σχέση με τους δύο «τυράννους» της ζωής (ηδονή vs οδύνη) είναι εκτεθειμένο στο να υποπίπτει σε σφάλματα, τα οποία μπορεί να συγκριθούν με στατιστικά σφάλματα τύπου I (ψευδώς θετικό) και τύπου II (ψευδώς αρνητικό).
Οι προκαταλήψεις εμφανίζουν διαπολιτισμική παγκοσμιότητα ενώ είναι ανθεκτικές στην εκπαίδευση. Αυτή η μάλλον γενική τοποθέτηση φαίνεται ότι έχει υιοθετηθεί από την επιστημονική κοινότητα επειδή μπορεί να εφαρμοσθεί ανεξαρτήτως του εάν οι προκαταλήψεις αποδίδονται στο άτομο, μεταφέρεται πολιτισμικά η ακόμη είναι γενετικά προκαθορισμένη.
Σύγχρονες πρόοδοι στη νευροεπιστήμη και τα σχετικά πεδία συνεπικουρούμενες από την κλινική πρακτική παρέχουν ενδείξεις με ερμηνευτική αξία αναφορικά με τους μηχανισμούς που υπηρετούν και εκφράζουν τις προκαταλήψεις.
Εμπειρικές έρευνες παρέχουν ενδείξεις ότι η φύση των προκαταλήψεων είναι ψυχο-αποσυνδετικής υφής, σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα συνδέονται με παιδικά τραύματα. Κλινικο-εργαστηριακές μελέτες υποστηρίζουν τη θέση ότι ανακόλουθες συλλογιστικές στρατηγικές "ex-consequentia reasoning" διαμορφώνουν το υπόστρωμα ευαισθησίας που προδιαθέτει στην έκλυση και συντήρηση μετατραυματικού συνδρόμου αλλά και άλλων αγχωδών διαταραχών.
Ανεπίδεκτη λογική (αφύσικη) αιτιότητα αναφορικά με τις συμπτώσεις όπως διαίσθηση, προαίσθηση, τηλεπάθεια χαρακτηρίζονται σαν μαγικός ιδεασμός που θεωρείται ο πυρήνας των θετικών συμπτωμάτων της σχιζοτυπίας ισοδυνάμου του παραληρήματος αναφοράς στη σχιζοφρένεια.
Για την έκλυση και συντήρηση των προκαταλήψεων η μαθησιακή προοπτική υποστηρίζει την εμπλοκή πτυχών της κοινωνικής μάθησης, της γνωσιακής δυσαρμονίας (Cognitive Dissonance), της θεωρίας της απόδοσης (Attribution Theory), καθώς και της Gestalt ψυχολογίας.
Στο πλαίσιο αυτού του προβληματισμού συγκλίνουσες κλινικές και ερευνητικές ενδείξεις αποκαλύπτουν ότι ο αριστερός προμετωπιαίος φλοιός παράγει απαντήσεις με βάση τις πεποιθήσεις και όχι την λογική ανάλυση (Broadmann area 45), ενώ ο δεξιός προμετωπιαίος φλοιός ενεργοποιείται κατά την επεξεργασία απροσδιόριστων πληροφοριών με βάση την λογική αναστέλλοντας/προλαμβάνοντας τον αριστερό προμετωπιαίο φλοιό στο να εξάγει ανώριμο συμπέρασμα και με το να επανεξέτασει την εξαγωγή ωρίμου συμπεράσματος. Είναι ενδεικτικό ότι η δυσλειτουργία του προμετωπιαίου λοβού με τις συνδέσεις του υπόκειται του μαγικού ιδεασμού και των παράλογων πεποιθήσεων-προλήψεων (ισοδυνάμου των προκαταλήψεων) εμφανίζει αυξημένη συσχέτιση με την κλινική και μη κλινική ιδεοψυχαναγκαστική συμπτωματολογία.
Δεν είναι πολύ μακρινή η περίοδος όπου οι λοιμώξεις αποδίδονταν στις «αμαρτίες» η/και στα «κακά πνεύματα», ενώ η αντιμετώπισή τους εξασφαλίσθηκε με την εφαρμογή των διαγνωστικών μεθόδων που στηρίχθηκαν στις «έγκυρες» ενδείξεις (τροποποίηση του τρόπου σκέπτεσθαι). Κατ’ αναλογία (mutatis mutandis) καλούμαστε και ως προς τις προκαταλήψεις να επιλύσουμε με παραγωγικό τρόπο το δίλημμα: Αστρονόμος vs Αστρολόγος, Χημικός vs Αλχημιστής, Γιατρός vs Τσαρλατάνος.
Χαράλαμπος Παπαγεωργίου
Καθηγητής Ψυχιατρικής,
Β’ Ψυχιατρική Κλινική, «Αττικόν» Γενικό Νοσοκομείο,
Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Bιβλιογραφία