Η υπογονιμότητα είναι η ανικανότητα για φυσιολογική σύλληψη παιδιού ή η ανικανότητα να ολοκληρωθεί η εγκυμοσύνη. Οι αιτίες αφορούν τόσο στη γυναίκα όσο και στον άνδρα. Συγκλίνουσες μετρήσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ένα στα έξι ζευγάρια θα αντιμετωπίσει κατά τη διάρκεια του κοινού βίου του κάποια μορφή υπογονιμότητας, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την κατατάσσει πλέον στα μείζονα θέματα της παγκόσμιας δημόσιας υγείας. Οι προσφερόμενες θεραπείες και οι ερευνητικές μελέτες στον χώρο αυτόν έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο τα ποσοστά επιτυχίας των υπαρχόντων ιατρικών παρεμβάσεων αφήνουν ακάλυπτο ένα μεγάλο ποσοστό ζευγαριών, ενώ το κόστος –τόσο το οικονομικό όσο και το συναισθηματικό– για το ζευγάρι που εισέρχεται στη θεραπευτική διαδικασία είναι πολύ υψηλό, μιας και από την πρώτη φάση της διάγνωσης μέχρι την τελική θεραπευτική αντιμετώπιση τα άτομα αναγκάζονται να έρθουν αντιμέτωπα με πολλές και επίπονες ιατρικές διαδικασίες οι οποίες είναι ιδιαίτερα στρεσογόνες και κατά τη διάρκεια των οποίων τα άτομα βιώνουν ματαίωση, θυμό και αποτυχία. Η διάγνωση της υπογονιμότητας αποτελεί ένα ιδιαίτερα δύσκολο γεγονός στη ζωή ενός ζευγαριού και στη φάση αυτή εμφανίζονται πολύ συχνά καταθλιπτικά, ψυχοσωματικά και αγχώδη συμπτώματα στα υπογόνιμα ζευγάρια, τα οποία με τη σειρά τους δυσχεραίνουν την αποτελεσματικότητα των ιατρικών παρεμβάσεων. Το έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των διαφόρων μορφών υπογονιμότητας, έχει στραφεί τα τελευταία χρόνια και σε άλλες κατευθύνσεις εκτός των ιατρικών παρεμβάσεων. Η σημασία της σχέσης νου-σώματος (mind-body connection) και η επίδραση των ψυχολογικών παραγόντων στην υπογονιμότητα έχει εντωμεταξύ γίνει σαφής και το επιστημονικό ενδιαφέρον για τη διερεύνηση αυτής της σχέσης έντονο. Το εύρημα αυτό έχει οδηγήσει στη σταδιακή διερεύνηση πιθανής χρήσης διαφόρων ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες ιατρικές θεραπευτικές μεθόδους, μιας και η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση στα ζευγάρια αυτά φαίνεται πως είναι βοηθητική για ένα καλό αποτέλεσμα στη θεραπευτική διαδικασία. Ιδιαίτερα, η συμβολή της Γνωσιακής-Συμπεριφορικής Ψυχοθεραπείας (ΓΣΘ) έχει αναγνωρισθεί ως σημαντική, και ολοένα περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι ατομικά αλλά και κυρίως ομαδικά δομημένα πρωτόκολλα παρεμβάσεων –στηριζόμενα σε αυτό το μοντέλο ψυχοθεραπείας– οδηγούν σε ενθαρρυντικά αποτελέσματα, αφενός μειώνοντας τις ψυχολογικές επιπτώσεις μιας πιθανής αποτυχίας σύλληψης και αφετέρου αυξάνοντας έμμεσα την πιθανότητα σύλληψης, μέσω της μείωσης της ψυχολογικής επιβάρυνσης, του στρες και του ελέγχου των διαταραχών της διάθεσης. Η εφαρμογή της Γνωσιακής-Συμπεριφορικής Ψυχοθεραπείας κυρίως μέσω ομαδικών δομημένων προγραμμάτων φαίνεται να βελτιώνει τα συμπτώματα αυτά και σύμφωνα με τα ευρήματα της μέχρι τώρα έρευνας, πιθανώς να βοηθά στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κατά τη φάση της ιατρικής παρέμβασης, τουλάχιστον για κάποιες μορφές υπογονιμότητας.
Λέξεις ευρετηρίου: Υπογονιμότητα, εξωσωματική γονιμοποίηση (ΙVF), ψυχολογικές επιπτώσεις, ψυχοπαθολογικές επιπτώσεις, γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία.
Χ. Μήτση, Κ. Ευθυμίου (σελίδα 293) - Πλήρες άρθρο